καλαπόδι

καλαπόδι
[калаподи] ουσ. о. сапожная колодка,

Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "καλαπόδι" в других словарях:

  • καλαπόδι — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 350 μ., 751 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λοκρίδος του νομού Φθιώτιδος. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, 93 χλμ. ΝΑ της Λαμίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αταλάντης. * * * το (AM καλαπόδιον, Μ και… …   Dictionary of Greek

  • καλαπόδι — το ξύλινο ομοίωμα ποδιού που χρησιμεύει για την κατασκευή των υποδημάτων: Δεν το φτιαξε ακόμα το παπούτσι· το χει στο καλαπόδι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • καλάποδι — κᾱλάποδι , καλάπους shoemaker s last masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Lipsi (Insel) — Gemeinde Lipsi Δήμος Λειψών (Λειψοί) …   Deutsch Wikipedia

  • Liste der Dodekanes-Inseln —  Karte mit allen Koordinaten: OSM, Google oder …   Deutsch Wikipedia

  • καλάπους — καλάπους, ὁ (Α) ξύλινο πόδι, καλαπόδι*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κᾶλον «ξύλο» + πούς άλλος τ. τού καλόπους (βλ. και λ. καλαπόδι)] …   Dictionary of Greek

  • καλοπόδι(ον) — καλοπόδι(ον), τὸ (AM) καλαπόδι*. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. καλαπόδι] …   Dictionary of Greek

  • καλόπους — (I) καλόπους, ουν (Α) 1. (κατά το λεξ. Σούδα) αυτός που έχει ωραία πόδια, εύπους*. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλ(ο) * + πους (< πούς, ποδός), πρβλ. πολύ πους, ωκύ πους]. (II) καλόπους και καλάπους, οδος, ὁ (Α) καλαπόδι*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κᾶλον «ξύλο» + πούς …   Dictionary of Greek

  • Kalapodi — (en griego, Καλαπόδι) es un pueblo en el municipio de Locros, Ftiótide, Grecia. Hay un yacimiento arqueológico a un kilómetro al este del pueblo. Se ha encontrado un antiguo santuario y parece que el culto comenzó al final de la Edad del Bronce y …   Wikipedia Español

  • Kalapodi — (griechisch Καλαπόδι) ist ein Ort in Mittelgriechenland. Er liegt in der Nähe des größeren Ortes Atalanti in der Lokris und ist vor allem durch seine archäologische Stätte bekannt. Heiligtum Das Heiligtum wurde in der mykenischen Zeit… …   Deutsch Wikipedia

  • καλαποδάς — ο [καλαπόδι] τεχνίτης ειδικός στην κατασκευή καλαποδιών …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»